Τροχαιο
Συνυπαιτιότητα αν σας χτυπήσουν και έχετε πιεί;
Κάθε περίπτωση ειναι μοναδική και για αυτό η συνεισφορά των εμπειρογνομόμων είναι πολύ σημαντική.
Όμως στην περίπτωση που η πρόσκρουση από ένα όχημα που δεν άφηνε περιθώρια ελιγμών, όπως για παράδειγμα η παραβίαση ενος σηματοδότη και το γεγονός ότι ο οδηγός, αν και υπό την επήρεια αλκοόλ, οδηγούσε μέσα στα όρια που επέβαλαν οι κυκλοφοριακές συνθήκες σήμαινε οτι δεν ήταν συνυπεύθυνος για το ατυχημα.
Η παρακάτω περίπτωση το περιγράφει αναλυτικά:
Σύγκρουση Καθέτως Κινουμένων - Παραβίαση Ερυθρού Σηματοδότη
Αποκλειστική υπαιτιότητα του με αυξημένη ταχύτητα κινουμένου, ο οποίος παραβίασε ερυθρό σηματοδότη, με αποτέλεσμα πλαγιομετωπική σύγκρουση με άλλο όχημα. Από τη ανωτέρω σύγκρουση επήλθε ο θάνατος του ανυπαίτιου οδηγού.
1-Μέθη Οδηγού (1,40 ο/οο) ασχετη με την πρόκληση του ατυχήματος - Έλλειψη αιτιώδους συναφείας
Η περιεκτικότητα οινοπνεύματος στο αίμα του θανόντος οδηγού σε ποσοστό 1,40 ο/οο κρίθηκε ότι δεν άσκησε καμμιά επίδραση στην οδήγηση και στην δυνατότητα αντιδράσεως του,(έστω και αν παρέβη διάταξη του ΚΟΚ), αφού εμβολίσθηκε από το όχημα που παραβίασε ερυθρό σηματοδότη και δεν υπήρχαν άλλα περιθώρια αντίδρασης από αυτόν.
2-Ζώνη Ασφαλείας & Έλλειψη - Ένσταση Συνυπαιτιότητας εξ ΑΚ 300 - Απορριπτέα ελλείψει αιτιώδους συναφείας λόγω σφοδρότητας της σύγκρουσης
Κρίθηκε ότι δεν θα αποφεύγετο ο θανάσιμος τραυματισμός του θανόντος οδηγού, λόγω του τρόπο που επισυνέβη το ατύχημα, δηλαδή λόγω του εμβολισμού του παθόντος από τον εναγόμενο από την μεριά του οδηγού, και του γεγονότος ότι ο θανών δεν εκτινάχθηκε από την θέση του, ούτε κτύπησε στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου.
Συνεπώς δεν είχε καμμιά ουσιώδη επιρροή στην επέλευση και στην έκταση του τραυματισμού του η έλλειψη ζώνης ασφαλείας, η οποία προστατεύει κυρίως σε περίπτωση μετωπικής σύγκρουσης, όπως βεβαιώνουν και οι μάρτυρες πραγματογνώμονες. Με την κατωτέρω δημοσιευόμενη απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου κρίθηκε ότι το Εφετείο διέλαβε με την ανωτέρω κρίση του πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, απορριπτομένου του σχετικού λόγου αναιρέσεως, εξ άρθρ.559 αρίθμ. 19 και αρίθμ. 8 Κ.Πολ.Δ.
Απόφ. ΑΠ 779/2010
Πρόεδρος: Διονύσιος Γιαννακόπουλος
Εισηγητής : Ευτύχιος Παλαιοκαστρίτης
Μέλη : Ελευθέριος Μάλλιος - Γεωργία Λαλούση Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου
Δικηγόροι : Χρήστος Ξένος - Αθανάσιος Ζαχαριάδης - Φλώρα Τριανταφύλλου
Σχόλια & Παρατηρήσεις
1) Μέθη Οδηγού - Άσχετος με την πρόκληση του ατυχήματος - Έλλειψη αιτιώδους συναφείας
Μόνο η από τον οδηγό αυτοκινήτου παραβίαση διάταξης του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας δεν αρκεί για να θεμελιώσει πταίσμα του οδηγού για το ατύχημα, χωρίς τη διαπίστωση, ότι η παράβαση αυτή συνετέλεσε στο βλαπτικό εκείνο αποτέλεσμα, όπως επίσης και μόνη η τήρηση των ελαχίστων υποχρεώσεων, που επιβάλλει ο ΚΟΚ στους οδηγούς των οχημάτων κατά την οδήγησή τους, δεν αίρει την υποχρέωσή τους να συμπεριφέρονται και πέραν των ορίων τούτων, όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν για την αποτροπή ζημιογόνου γεγονότος ή τη μείωση των επιζήμιων συνεπειών.
Μέθη Οδηγού (1% ) - Άσχετος καθότι δεν συνετέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος η ανίχνευση οινοπνεύματος στο αίμα του οδηγού του ΙΧΕ (με ποσοστό 1%), ενόψει της συνετής οδήγησής του ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες και της πλήρους αδυναμίας αντίδρασής του. ΑΠ 1081/2002 ΣΕΣυγκΔ 2003/311, ΑΠ 1212/2002 ΣΕΣυγκΔ 2003/494
Αναιρείται Εφετειακή Απόφαση δια ασαφείς αιτιολογίες καθόσον δεν αναφέρεται εάν οι αναφερόμενες παραβάσεις του ΚΟΚ τελούσαν σε αιτιώδη συνάφεια με την ένδικη σύγκρουση. Συγκεκριμένα ενώ εγένετο δεκτό ότι η ευρεθείσα κατ΄ολίγον υπέρβαση του ποσοστού οινοπνεύματος στο αίμα του οδηγού ( 0,58 ο/οο ) δεν μπορεί να αγνοηθεί, δεν διευκρινίζεται εάν αυτή επέδρασε στην οδηγητική του συμπεριφορά και κατ΄ακολουθία στην επέλευση του ατυχήματος. ΑΠ 425/2006 ΣΕΣυγκΔ 2006/473, ΑΠ 940/2008 ΕΣυγκΔ 2009/222
2) Ζώνη Ασφαλείας - Έλλειψη
Η μη συμμόρφωσή του προς την άνω επιβαλλόμενη σ' αυτόν υποχρέωση, αν και δεν θεμελιώνει μόνη αυτή υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος, αποτελεί αναμφιβόλως στοιχείο, η στάθμιση του οποίου από το δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης παραλείψεως και του επελθόντος αποτελέσματος. ΑΠ 1107/2002 ΣΕΣυγκΔ 2005/581
Η παράλειψη του επιβάτη αυτοκινήτου, το οποίο ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα, να προσδεθεί με τη ζώνη ασφαλείας, όπως επιβάλλεται από τις διατάξεις των άρθρων 33 παρ. 1 και 3 και 81 παρ. 17 Ν 2696/1999 (ΚΟΚ), θεμελιώνει συντρέχον αυτού πταίσμα, εφόσον συνδέεται αιτιωδώς με τις προκληθείσες σωματικές κακώσεις του. ΑΠ 1179/2008 ΕΣυγκΔ 2008/546, ΑΠ 176/2009 ΕΣυγκΔ 2010/20, Εφ.Αθ. 1183/2003 ΣΕΣυγκΔ 2003/565, Εφ.Αθ. 3817/2009 ΕΣυγκΔ 2010/29, Εφ.Αθ. 5186/2006 ΣΕΣυγκΔ 2007/647, Μον.Πρ.Λαμ. 169/2009 ΕΣυγκΔ 2010/47
Κείμενο Απόφ. ΑΠ 779/2010
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την έννοια της περιπτώσεως με αρίθμ. 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ, ανεπαρκής ή αντιφατική αιτιολογία, που έχει ως συνέπεια την αναίρεση για έλλειψη νομίμου βάσεως, υπάρχει, όταν από το αιτιολογικό της αποφάσεως δεν προκύπτουν κατά τρόπο σαφή και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, σύμφωνα με το νόμο, είναι αναγκαία για τη θεμελίωση του κανόνα δικαίου, που εφαρμόστηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση, όχι όμως και όταν υπάρχουν ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων, στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές, εφόσον τούτο εκτίθεται με σαφήνεια. Ως ζητήματα, η μη αιτιολόγηση των οποίων η με τρόπο ανεπαρκή, η αντιφατικό στερεί από την απόφαση τη νόμιμη βάση της, νοούνται, μόνο ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη, δηλαδή εκείνοι που τείνουν στη θεμελίωση ή κατάλυση δικαιώματος που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο, όχι, όμως, και τα απλά πραγματικά νομικά επιχειρήματα που δεν συνέχονται με την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων, για την οποία ή έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας δεν ιδρύει λόγο αναιρέσεως.
Συνθήκες Ατυχήματος & Υπαιτιότητα
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το Εφετείο δέχτηκε τα ακόλουθα : "Την 6-1-2001 και ώρα 04.50 περίπου ο Ζ οδηγώντας το υπ' αριθ. ...ΙΧΕ αυτοκίνητο του που ήταν ασφαλισμένο έναντι τρίτων για την αστική ευθύνη στην ασφαλιστική εταιρία ΕΘΝΙΚΗ ΑΕΕΓΑ εκινείτο επί της δυτικής περιφερειακής οδού ... με κατεύθυνση από τον ... προς τη διασταύρωση της άνω οδού με Εθνική οδό ... στην περιοχή της .... Την ίδια ώρα ο Χ [πρώτος εναγόμενος] οδηγώντας το υπ' αριθμ. ... ΙΧΕ αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του και ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην ασφαλιστική εταιρία ΙΝΤΕΡΣΑΛΟΝΙΚΑ ΑΕΓΑΖ, εκινείτο και αυτός στην άνω εθνική οδό με κατεύθυνση από ... Στη διασταύρωση των άνω οδών τα δύο ως άνω αυτοκίνητα συγκρούσθηκαν με αποτέλεσμα ο οδηγός του πρώτου αυτοκινήτου Ζ να τραυματισθεί θανάσιμα και να υποκύψει στα τραύματα του, γιατί δέχθηκε πλαγιομετωπικό κτύπημα. Για την άνω επισυμβάσα σύγκρουση από την οποία προκλήθηκαν εκτός των σωματικών βλαβών και του θανάτου και υλικές ζημίες, ευθύνεται ο εναγόμενος οδηγός Χ. Και τούτο γιατί αυτός εκινείτο επί της άνω οδού με ταχύτητα ανωτέρα της επιτρεπομένης [90 χιλιομ.] δηλ. μεταξύ 120 και 130 χιλιομέτρων και ενώ έπρεπε να ακινητοποιήσει το όχημα του, γιατί ο σηματοδότης της πορείας του έδειχνε γιαυτόν ερυθρό φως αν και προφανώς είχε ειδοποιηθεί προς τούτο από προηγούμενο σηματοδότη που ήταν πριν από την πορεία του, εντούτοις δεν ανέκοψε την μεθ' ης έβαινε ταχύτητα και ούτε στάθμευσε αλλά συνέχισε ανεπίτρεπτα με την ίδια ταχύτητα με αποτέλεσμα να επιπέσει επί του αντιθέτως κινουμένου αυτοκινήτου του αποβιώσαντος. Πρέπει να σημειωθεί πως το ανωτέρω σημείο [διασταύρωση λαχαναγοράς] είναι πολύ επικίνδυνο, έχουν γίνει αρκετά παρόμοια θανατηφόρα ατυχήματα και γιαυτό το σκοπό, όπως είναι γνωστό και στο Δικαστήριο αλλά και στους άλλους οδηγούς που κινούνται στην άνω εθνική οδό, έχει τοποθετηθεί και ο προηγούμενος σηματοδότης που πάλλεται με κίτρινο φως όταν πρόκειται να αλλάξει ή έχει ο μετά απ' αυτόν κρίσιμος σηματοδότης ερυθρό φως, όπως στην προκειμένη περίπτωση.
Αντίθετα με τα ίδια ως άνω περιστατικά αποδείχθηκε ότι ο αποβιώσας οδηγός εκινείτο με το αυτοκίνητο του με ταχύτητα 40-50 χιλιομέτρων, οι σηματοδότες γι αυτόν είχαν πράσινο φως και συνεπώς δεν τον βάρυνε κάποια αμέλεια ως προς την σύγκρουση. Την κρίση αυτή το Δικαστήριο στηρίζει στα εξής, ενόψει του κρίσιμου γεγονότος για το οποίο σφοδρώς ερίζουν οι διάδικοι, δηλαδή του ποιος εκ των δύο οδηγών παραβίασε ή όχι τον ερυθρό σηματοδότη της πορείας του
Α] Από τις καταθέσεις -ων αυτόπτων μαρτύρων στο άνω ατύχημα που ήταν εκτός της συνεπιβαίνουσας στο αυτοκίνητο του αποβιώσαντα, ... και άλλα άτομα τα οποία επέβαιναν σε δύο τρίτα αυτοκίνητα που έφθασαν συγχρόνως ή λίγο αργότερα το καθένα στον τόπο του ατυχήματος, ενώ αυτό είχε επισυμβεί πριν από ορισμένα λεπτά. Και βέβαια ενώ των περισσοτέρων απ' αυτές οι καταθέσεις συμπίπτουν για το ποιος από τους δύο οδηγούς πέρασε με κόκκινο και αυτοί αναφέρονται στον Χ, ένας ο Λ, δίδει μια διαφορετική εικόνα και αναφέρεται στον θανόντα. Η κρίση όμως του τελευταίου δεν μπορεί να γίνει πιστευτή γιατί "συγκρούεται" προς την αλληλουχία των πραγματικών περιστατικών. Και τούτο γιατί α] το αυτοκίνητο του μάρτυρα Φ προηγείτο από το αυτοκίνητο του άνω Λ και έφθασε πρώτο στον τόπο του ατυχήματος και μάλιστα ο ίδιος ο Λς καταθέτει ότι και τα αυτοκίνητα του Φ και Χ τον προσπέρασαν και γι' αυτό διέκρινε τον τύπο και το χρώμα του οχήματος του Φ [ΟΡΕL, ΑSΤRΑ ανοικτού χρώματος], β] γιατί είναι βέβαιο ότι οι επιβαίνοντες στο αυτοκίνητο του Φ ... πρόσφεραν πρώτοι τις απαραίτητες βοήθειες στην συνεπιβάτιδα ..., όπως και η ίδια καταθέτει και γ]από το γεγονός ότι ο άνω Λ αναφέρεται σε νέφος σκόνης που είδε την ώρα που επί συνέβη η σύγκρουση, γεγονός που δείχνει ότι αυτός ήταν πιο πίσω και σε ικανή απόσταση από αυτούς που τον προσπέρασαν και προφανώς το φανάρι άλλαξε, μέχρι να φτάσει από κόκκινο σε πράσινο. Η κρίση αυτή, για το ότι ο Χ προκάλεσε το ατύχημα ενισχύεται α]και από τις καταθέσεις των εξετασθέντων μαρτύρων - πραγματογνωμόνων των εναγόντων, σε αντίθεση μ' αυτή του μάρτυρα -πραγματογνώμονα του εναγομένου, οι οποίες όλες συγκλίνουν στο ότι ο θανών α]εκινείτο με μικρή ταχύτητα, σε αντίθεση με τον Χ που εκινείτο με ταχύτητα άνω του επιτρεπομένου ορίου, β]ότι εμβόλισε τον θανόντα και γ]ότι ενώ το αυτοκίνητο του ήταν βαρύτερο από του Χ το παρέσυρε λοξά και αριστερά, γεγονός που υποδηλώνει μεγάλη ταχύτητα την οποία στοιχειωδώς δεν ελάττωσε καν, ενόψει της διασταυρώσεως.
Μέθη Οδηγού - Άσχετος
Συνεπώς ο ισχυρισμός των αναγομένων για το ότι συνέτρεξε και κάποια συνυπαιτιότητα εκ μέρους του θανόντος σε απελθούσα σύγκρουση, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Τέτοια συνυπαιτιότητα δεν μπορεί να αποδοθεί στον θανόντα, αν και βρέθηκε, κατά την εξέταση που έγινε στο αίμα ίου μετά το ατύχημα, βαθμός αλκοόλης σε ποσοστό 1,40 ο/οο. Και τούτο γιατί, αφού όπως αποδείχθηκε εκινείτο κανονικά και με μικρή ταχύτητα, η ύπαρξη οινοπνεύματος στο αίμα του δεν άσκησε καμμιά επίδραση στην οδήγηση και της δυνατότητας αντιδράσεως, αφού εμβολίσθηκε και δεν υπήρχαν περιθώρια αντίδρασης από την πλευρά ατύχημα ενισχύεται α[και από τις καταθέσεις των εξετασθέντων μαρτύρων - πραγματογνωμόνων των εναγόντων, σε αντίθεση μ' αυτή του μάρτυρα -πραγματογνώμονα του εναγομένου, οι οποίες όλες συγκλίνουν στο ότι ο θανών α]εκινείτο με μικρή ταχύτητα, σε αντίθεση με τον Χ που εκινείτο με ταχύτητα άνω του επιτρεπομένου ορίου, β]ότι εμβόλισε τον θανόντα και γ]ότι ενώ το αυτοκίνητο του ήταν βαρύτερο από του Χ το παρέσυρε λοξά και αριστερά, γεγονός που υποδηλώνει μεγάλη ταχύτητα την οποία στοιχειωδώς δεν ελάττωσε καν, ενόψει της διασταυρώσεως.
Συνεπώς ο ισχυρισμός των εναγομένων για το ότι συνέτρεξε και κάποια συνυπαιτιότητα εκ μέρους του θανόντος σε επελθούσα σύγκρουση, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Τέτοια συνυπαιτιότητα δεν μπορεί να αποδοθεί στον θανόντα, αν και βρέθηκε, κατά την εξέταση που έγινε στο αίμα του μετά το ατύχημα, βαθμός αλκοόλης σε ποσοστό 1,30 ο/οο. Και τούτο γιατί, αφού όπως αποδείχθηκε εκινείτο κανονικά και με μικρή ταχύτητα, η ύπαρξη οινοπνεύματος στο αίμα του δεν άσκησε καμμιά επίδραση στην οδήγηση και της δυνατότητας αντιδράσεως, αφού εμβολίσθηκε και δεν υπήρχαν περιθώρια αντίδρασης από την πλευρά του, έστω και αν παρέβη διάταξη του ΚΟΚ [Α.Π. 1081/2002].
Ζώνη Ασφαλείας
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στον θανόντα προκλήθηκαν, λόγω της σύγκρουσης εξωτερικές κακώσεις αλλά η κύρια αιτία του θανάτου του ήταν η ρήξη της αορτής. Και βέβαια αποδείχθηκε ότι ο θανών, κατά τον χρόνο της σύγκρουσης δεν έφερε ζώνη ασφαλείας. Από τον τρόπο όμως που επισυνέβη το ατύχημα, του εμβολισμού του παθόντος από τον εναγόμενο από την μεριά του οδηγού, του γεγονότος ότι δεν εκτινάχθηκε από την θέση του, ούτε κτύπησε στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου, δεν αποδείχθηκε ότι θα αποφεύγετο ο θανάσιμος τραυματισμός του και συνεπώς δεν είχε καμμιά ουσιώδη επιρροή στην επέλευση και στην έκταση του τραυματισμού του και καθιστούσε χωρίς αξία την λειτουργία της ζώνης ασφαλείας, η οποία προστατεύει κυρίως σε περίπτωση μετωπικής σύγκρουσης, όπως βεβαιώνουν και οι μάρτυρες πραγματογνώμονες. [βλ. Ε.Α. 1579/1991 Τραπ. Νομ. Πληρ.]. Ενόψει αυτών πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος ο ισχυρισμός των εναγομένων για το ότι ο θανών ήταν συνυπαίτιος για τον ως άνω θάνατό του, κατ' άρθρο 300 Α.Κ.".
'Ετσι όπως έκρινε το εφετείο, διέλαβε στην απόφαση του αναφορικά με το κρίσιμο και ουσιώδες ζήτημα της συνδρομής των προϋποθέσεων για την θεμελίωση αποκλειστικής υπαιτιότητας του αναιρεσείοντος, κατά την οδήγηση του αυτοκινήτου του, για το τροχαίο ατύχημα κατά το οποίο τραυματίστηκε θανάσιμα ο Ζ, συγγενής των τεσσάρων πρώτων αναιρεσιβλήτων, όπως και της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της, ως άνω, υπαίτιας συμπεριφοράς του και του επελθόντος θανατηφόρου αποτελέσματος, πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες από τις οποίες είναι εφικτός ο έλεγχος της ορθής ή όχι εφαρμογής των διατάξεων που εφαρμόστηκαν. Συγκεκριμένα, αναφέρονται όλα τα πραγματικά περιστατικά τα οποία συγκροτούν την αμελή συμπεριφορά του αναιρεσείοντος η οποία συνίσταται στο ότι αυτός ; εκινείτο με ταχύτητα ανωτέρα της επιτρεπομένης ( 90 χιλ.), δηλ μεταξύ 120 και 130 χιλ. και ενώ έπρεπε να ακινητοποιήσει το όχημα του γιατί ο σηματοδότης της πορείας του έδειχνε γι αυτόν ερυθρό φως αν και προφανώς είχε ειδοποιηθεί προς τούτο από προηγούμενο σηματοδότη που ήταν πριν από την πορεία του εν τούτοις δεν ανέκοψε την μεθ' ης έβαινε ταχύτητα και ούτε εστάθμευσε αλλά συνέχισε ανεπίτρεπτα με την Ίδια ταχύτητα με αποτέλεσμα να επιπέσει επί του αντιθέτως κινουμένου αυτοκινήτου του αποβιώσαντος __. Επίσης, αναφέρονται και όλα εκείνα τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία αποκλείεται η συνυπαιτιότητα του θανατωθέντος και συγκεκριμένα ότι αυτός εκινείτο κανονικά με ταχύτητα 40 -50 χιλ. και εισήλθε στη διασταύρωση επί της οποίας συγκρούστηκαν τα αυτοκίνητα όταν οι σηματοδότες είχαν γι αυτόν πράσινο φως . Επίσης, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς την οποιαδήποτε αντίφαση διευκρινίζεται γιατί δεν υπήρξε αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του γεγονότος ότι στο αίμα του θανόντος ανιχνεύτηκε ποσότητα αλκοόλης σε ποσοστό 1,40ο/οο και του ότι δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας με το θανατηφόρο ατύχημα με τις παραδοχές ότι ο θανών δεν υπέπεσε σε καμία άλλη παράβαση η οποία να έχει σχέση με την σύγκρουση και ότι αυτή ήταν τόσο σφοδρή ώστε η ζώνη ασφαλείας να είναι αδύνατον να αποτρέψει ή να περιορίσει τα επιζήμια αποτελέσματα της. Οι αιτιάσεις, που προβάλλονται από τον αναιρεσείοντα τόσο για την θεμελίωση του πρώτου λόγου της αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αρίθμ. 19 Κ.Πολ.Δ, όσο και του δεύτερου, με τον οποίο αποδίδεται η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αρίθμ. 8, αναφέρονται σε σφάλματα κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και σε επιχειρήματα για την στήριξη της άποψης του αναιρεσείοντος, ότι ο θανών ήταν εκείνος που παραβίασε τον ερυθρό σηματοδότη και το Εφετείο κατέληξε σε διαφορετική κρίση κατόπιν εσφαλμένης εκτίμησης των αποδείξεων που προσκομίστηκαν, με συνέπεια με αυτές να μην ιδρύονται οι ανωτέρω λόγοι της αναίρεσης οι οποίοι είναι απαράδεκτοι και απορριπτέοι.
Κατόπιν αυτών πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, λόγω της ήττας του (άρθρ. 176, 183 Κ.Πολ.Δ.), όπως στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 31 Μαρτίου 2008 αίτηση του Χ για αναίρεση της 1820/2005 απόφασης του Εφετείου Θεσ/κης.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων τα οποία ορίζει στο ποσόν των δύο χιλιάδων εφτακοσίων ( 2.700 ) ευρώ.
Κρίθηκε
ΠΗΓΗ: WWW.ESD.GR - ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ